Ο οικισμός είναι χτισμένος αμφιθεατρικά σε υψόμετρο 620 μέτρων. Διοικητικά ανήκει στο δήμο Γόρτυνα και κατοικείται από 770 ανθρώπους.
Την τοπική κοινότητα της Μεγάλης Βρύσης απαρτίζουν ο εγκαταλελειμμένος πλέον οικισμός του Βόρρου, καθώς και το όμορφο παραδοσιακό χωριό των Πρεβελιανών. Τα παραδοσιακά σπίτια των Πρεβελιανών είναι ορατά από τον κεντρικό δρόμο. Οι κάτοικοι του χωριού φτάνουν τους 190.
Οι κάτοικοι ασχολούνται με την ελαιοκομία και με την αμπελοκαλλιέργεια, όπως επίσης και με την κτηνοτροφία.
Τέλος, στην Μεγάλη Βρύση, λόγω των ευνοϊκών εδαφοκλιματολογικών συνθηκών, έχει κατασκευαστεί Αιολικό Πάρκο, το οποίο παράγει ηλεκτρικό ρεύμα ισχύος 5MW.
ΙΣΤΟΡΙΑ
Το ειδώλιο ενός άντρα ύψου 80 εκατοστών, που βρέθηκε το 1898, στη Μεγάλη Βρύση και ανήκει στην μεσομινωική περίοδο, καθώς και τα φρούρια βυζαντινής εποχής στην τοποθεσία Κάβαλος και Πύργος φανερώνουν την μεγάλη ιστορία του χωριού.
Η πρώτη γραπτή μνεία γίνεται στην απογραφή του Καστροφύλακα, το 1583, και έπειτα αναφέρεται σε όλες τις βενετσιάνικες και τουρκικές απογραφές.
Κατά την διάρκεια της Τουρκοκρατίας ο πληθυσμός του χωριού ήταν μικτός.
Στη Μάχη της Κρήτης πήραν μέρος πολλοί κάτοικοι του χωρίου με επικεφαλής τον Ιωάννη Μπαντουβά.
Από την άλλη, τα Πρεβελιανά αναφέρονται για πρώτη φορά στην αιγυπτιακή απογραφή του 1834.
ΤΟΠΩΝΥΜΙΟ
Η Μεγάλη Βρύση οφείλει την ονομασία της στη βρύση που βρίσκεται στο κέντρο του χωριού, η οποία άλλοτε ήταν πράγματι μεγάλη και είχε άφθονο νερό.
Τα Πρεβελιανά πήραν το όνομα τους από τον πρώτο οικιστή που ονομαζόταν Πρέβελης.
ΕΚΚΛΗΣΙΕΣ
Πολιούχος της Μεγάλης Βρύσης είναι ο Άγιος Κωνσταντίνος. Στο χωριό υπάρχουν, επίσης, οι εκκλησίες του Τιμίου Σταυρό, της Παναγίας της Αλμυρής, της Αγίας Άννας, της Ζωοδόχου Πηγής, του Αγίου Γεωργίου, του Αγίου Νεκτάριου, της Αγίας Αναστασίας και του Αγίου Χαραλάμπου.
ΛΑΪΚΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ
Η βαθιά πίστη των κατοίκων φανερώνεται και από τις ιστορίες που περνάνε από στόμα σε στόμα και έχουν σωθεί μέχρι σήμερα. Οι περισσότερες αφορούν τις εκκλησίες που υπάρχουν στην περιοχή.
Για την εκκλησία της Παναγίας της Αλμυρής λέγεται ότι κτίστηκε τους πρώτους Χριστιανικούς χρόνους κατά τον ερχομό του Αποστόλου Παύλου στην Κρήτη. Όταν βρέθηκε ναυαγός στα νότια παράλια της Κρήτης, άρχισε να διδάσκει τον Χριστιανισμό και είχε ως τόπο διαμονής και κεντρικό σημείο διδασκαλίας του τον χώρο που είναι χτισμένη η εκκλησία. Η διαμονή του και όλη η παρουσία του προκάλεσε την οργή του άρχοντα της Φαιστού, ο οποίος για να τον αφήσει να ζήσει έστειλε τον γιο του να του ζητήσει να χτυπήσει το ραβδί του στη γη και να βγει αλμυρό νερό. Έτσι κι έγινε, ο απόστολο Παύλος χτύπησε το ραβδί του και βγήκε αλμυρό νερό . Τότε ο γιος του άρχοντα συγκλονισμένος από το συμβάν, όπως και οι περίοικοι, έζησε το υπόλοιπο της ζωής του σε μια σπηλιά ως ασκητής στο σημερινό εκκλησάκι της Αγίας Παρασκευής. Γύρω από την αλμυρή πηγή ο άρχοντας έκτισε την εκκλησία. Στην πηγή σήμερα βρίσκεται ένα πηγάδι, όπου κατά την διάρκεια της θείας λειτουργίας την ημέρα την Αναλήψεως, ημέρα που γιορτάζει η ιερά αυτή μονή, εμφανίζεται αγίασμα.
Για τον ναό της Αγίας Αναστασίας λέγεται ότι σε κάποιο σημείο της εκκλησίας έτρεχε αγίασμα και όταν περνούσαν οι Τούρκοι σταματούσε να τρέχει.
Ο καθεδρικός ναός της Μεγάλης Βρύσης είναι η πιο παλιά εκκλησία του Αγίου Κωνσταντίνου, που λέγεται ότι όποιος κλέφτης περνούσε από εκεί ακινητοποιούνταν μέχρι το πρωί, που τον έβλεπε ο κόσμος.
Στην τοποθεσία Πέρα Αμπέλια η παράδοση αναφέρει ότι υπήρχε ένα μεγάλο φίδι που ορμούσε και προκαλούσε τρόμο στους περαστικούς.
Λέγεται ακόμη ότι μέσα στο χωριό υπήρχε ένας βάτος και κάθε φορά που οι Τούρκοι πήγαιναν να λεηλατήσουν το χωριό, ακούγονταν από εκεί μια φωνή που προειδοποιούσε τους κατοίκους.