Το νησί των ζωντανών νεκρών, το νησί των δακρύων, το νησί των λεπρών είναι μερικοί από τους χαρακτηρισμούς για την Σπιναλόγκα, που η ομορφιά της έρχεται σε αντίθεση με την συγκλονιστική ιστορία της, χωρίς ποτέ να υπάρξει νικητής.
Η Σπιναλόγκα βρίσκεται βόρεια του κόλπου της Ελούντας, στην Επαρχία Μεραμβέλλου. Λόγω της στρατηγικής της θέσης οχυρώθηκε και απέκτησε μέσα στους αιώνες διαφορετικούς ρόλους και χρήσεις, δημιουργώντας μια ιστοριά που διαπερνά τους αιώνες και προκαλεί δέος σε εκείνους που την μαθαίνουν.
Το νησί έχει συνολική έκταση 85 στρέμματα και το μέγιστο ύψος της φτάνει τα 50 περίπου μέτρα.
Για να επισκεφτείτε την αρχαιολογική περιοχή της Σπιναλόγκας θα πρέπει να πάρετε κάποιο καραβάκι που εκτελεί διαδρομές από τον Άγιο Νικόλαο, την Ελούντα ή την Πλάκα. Από τον Άγιο Νικόλαο τα σκάφη φεύγουν κάθε πρωί, τους καλοκαιρινούς μήνες και επισκέπτονται εκτός από την Σπιναλόγκα και την χερσόνησο Κολοκύθα, μέχρι το απόγευμα που επιστρέφουν στη βάση τους. Από την Ελούντα και την Πλάκα η αναχώρηση, κατά τους καλοκαιρινούς μήνες, είναι πολύ συχνή.
Την Σπιναλόγκα επισκέπτονται κάθε χρόνο χιλιάδες τουρίστες για να δουν από κοντά τον ερειπωμένο τόπο που πέρασε από πολλά δεινά.
Ίσως σε κάποια βόλτα στα πλακόστρωτα σοκάκια της Σπιναλόγκας να συναντήσε κάποιον Ενετό εργάτη των οχυρωμάτων ή κάποιον χαΐνη που βρίσκει καταφύγιο σε αυτό τον νησί, ή κάποιον μεταγενέστερο ήρωα ζωής, έναν λεπρό... Ίσως η ιστορία ζωντανεύψει και σας μιλήσει...
ΙΣΤΟΡΙΑ
Η αρχαία ονομασία του νησιού ήταν Καλυδών. Το νησί ήταν οχυρωμένο και κατά την αρχαιότητα καθώς προστάτευε την είσοδο του λιμανιού της αρχαίας πόλης Όλους. Η ευρύτερη περιοχή ερημώθηκε τον 7ο αιώνα λόγω των αραβικών επιδρομών στην Μεσόγειο και κατοικήθηκε ξανά στα μέσα του 15ου από τους Ενετούς.
Ο Ενετός χαρτογράφος, Βιντσέντσο Κορονέλλι υποστηρίζει πως η Σπιναλόγκα δεν ήταν πάντα νησί, αλλά ήταν φυσικά ενωμένη με την γειτονική χερσόνησο Κολοκύθα. Αναφέρει πως το 1526, οι Ενετοί κατέστρεψαν μέρος της χερσονήσου και δημιούργησαν το νησί.
Ιστορικά γνωρίζουμε ότι όταν οι Ενετοί κατέκτησαν το νησί το ονόμασαν "spina lunga", δηλαδή μακρύ αγκάθι. Ξεκίνησαν να το οχυρώνουν το 1574, υπό τον φόβο τουρκικής εισβολής.
Άλλος ένας λόγος που οδήγησε στην οχύρωση της Σπιναλόγκας ήταν η διαφύλαξη των αλυκών της Ελούντας και των πλοίων τους, που μετέφεραν το αλάτι, από τους πειρατές. Η σημερινή κατασκευαστική και αρχιτεκτονική αισθητική του τόπου οφείλεται στους Ενετούς.
Μετά την κατάληψη της Κρήτης το 1649 από τους Τούρκους η Σπιναλόγκα έμεινε στα χέρια των Ενετών για άλλα 65 χρόνια μέχρι το 1715.
Στην Σπιναλόγκα έβρισκαν καταφύγιο οι Κρήτες επαναστάτες, οι ονομαζόμενοι “Χαΐνηδες”. Το γεγονός αυτό εξόργησε τους Τούρκους και απαγόρευσαν την κατοίκηση στην Σπιναλόγκα και στην ευρύτερη περιοχή.
Στις αρχές του 1905 η Κρητική πολιτεία οδηγεί στην Σπιναλόγκα τους λεπρούς όλης της Κρήτης, ενώ λίγο καιρό μετά μεταφέρονται στο σημείο οι λεπροί από ολόκληρη την Ελλάδα.
Οι ασθενείς είχαν αφεθεί στην μοίρα τους αφού κανείς δεν μεριμνούσε για την ιατρική και φαρμακευτική τους φροντίδα. Οι λεπροί δείχνοντας δύναμη και μεγαλείο ψυχής, έπειτα από πολύ αγώνα, κατάφεραν να οργανώσουν μια αξιοπρεπή κοινωνία, με νοσοκομείο, σχολείο και όλα όσα τους ήταν απαραίτητα.
Όταν οι Γερμανοί κατάκτησαν την Ελλάδα θεώρησαν επικίνδυνη για την απόβαση Άγγλων την περιοχή της Πλάκας και έτσι την εκκένωσαν και την οχύρωσαν με πολυβολεία, υπόγειες στοές και ναρκοπέδια. Παρά το ότι οι ίδιοι οι Γερμανοί τροφοδοτούσαν το νησί ποτέ κανείς δεν τόλμησε να μπει μέσα κι έτσι στην Σπιναλόγκα ξεκίνησε να λειτουργεί παράνομος ραδιοφωνικός σταθμός που αναμετάδιδε τις ειδήσεις του Λονδίνου και του Καΐρου.
Το λεπροκομείο έκλεισε το 1957 όταν βρέθηκαν αντιβιοτικά φάρμακα με τα οποία αντιμετωπιζόταν η ασθένεια.
Το νησί παραμένει για αρκετά χρόνια αναξιοποιητό μέχρι το 1970 που ανακηρύσσεται προστατευόμενη αρχαιολογική περιοχή. Τότε ξεκινάει η αναστήλωση του και γκεμίζεται το λεπροκομείο.